Σαπίτης Malpolon insignitus (Geoffroy Saint-Hilaire, 1827)
Γενικές Πληροφορίες:
Δηλητηριώδες με ασθενές δηλητήριο. Οπισθόγλυφο*. Στην χώρα μας απαντά το υποείδος Malpolon insignitus fuscus (Fleischmann 1831). Ολικό μήκος έως 200cm, σπάνια έως 240cm. Ποικίλει σε χρωματισμούς. Έχει χαρακτηριστικό κεφάλι με έντονες τοξωτές καμπύλες ανάμεσα στο μέτωπο και το ρύγχος. Ημερόβιο, πολύ συνηθισμένο φίδι. Κινείται γρήγορα, κολυμπά και σκαρφαλώνει με ευκολία και διακρίνεται από την καλή του όραση.
Τα ενδιαιτήματά του ποικίλουν αλλά φαίνεται να προτιμά ξηρές περιοχές με μεσογειακή μακία. Συνήθως σε περιοχές με υψόμετρο 0-600m, όμως συναντάται και σε υψόμετρα έως 2000m. Φέρει μεγάλους αδένες κάτω από το δέρμα ανάμεσα στα μάτια και τα ρουθούνια, οι οποίοι εκκρίνουν υγρή ουσία που απλώνεται σε όλο το σώμα και το καθιστά "αδιάβροχο", έτσι ώστε να εμποδίζεται η εξάτμιση των υγρών του σώματος, πράγμα που βοηθά το φίδι να δραστηριοποιείται και σε υψηλές θερμοκρασίες.
Ζευγαρώνει από τον Απρίλιο έως και τον Μάιο και τα θηλυκά γεννούν 4-20 αυγά που εκκολάπτονται μετά από περίπου 2 μήνες. Τρέφεται κυρίως με σαύρες αλλά και με τρωκτικά, πτηνά, αμφίβια, καθώς επίσης και με φίδια.
Θα αμυνθεί σθεναρά αν απειληθεί, σφυρίζοντας δυνατά, σηκώνοντας το κεφάλι και πλαταίνοντας τον λαιμό και προσποιώντας επίθεση. Θα δαγκώσει αν πιαστεί ή πατηθεί. *Τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο είναι στο πίσω μέρος του στόματος πράγμα που καθιστά πολύ δύσκολη την έγχυση στον άνθρωπο. Ακόμα όμως κι αν αυτή γίνει εφικτή, το δηλητήριό του είναι ασθενές και δεν αποτελεί κίνδυνο. Τα συμπτώματα που μπορούν να προκληθούν από μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου είναι πρήξιμο και πόνος, ίσως και πυρετό σε ευαίσθητα άτομα. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως υποχωρούν σε μερικές ώρες, χωρίς ιατρική αγωγή. Πρώτες βοήθειες
Θέση προστασίας
Όπως ισχύει για όλα τα ερπετά στην Ελλάδα έτσι και για τον σαπίτη, βάσει του Π.Δ. υπ' αριθμόν 67, ΦΕΚ 23/Α/30-1-81, πίνακας Β, της κοινοτικής οδηγίας 92/43, παράρτημα II και της σύμβασης της Βέρνης παράρτημα II και ΙΙΙ, απαγορεύεται η σύλληψη, κατοχή ή θανάτωσή του καθώς και το εμπόριο ζωντανών ή νεκρών ατόμων.
Γενικά χαρακτηριστικά
Ο σαπίτης ξεχωρίζει εύκολα από το κεφάλι του το οποίο λόγω των κεράτινων προεξοχών επάνω από τα μάτια του προσδίδουν μια όψη με άγριο βλέμμα, χαρακτηριστικό που συναντάται στα περισσότερα δηλητηριώδη φίδια που συναντώνται στην Ελλάδα, εκτός από το αγιόφιδο. Άλλα χαρακτηριστικά του κεφαλιού είναι ένα κοντό ρύγχος το οποίο σε σύγκριση με τα μεγάλα μάτια δημιουργεί ένα τριγωνικό κεφάλι. Επιθετικό, ευκίνητο και κυρίως εδαφιαίο φίδι. Το μέγιστο μήκος σε ενήλικο σαπίτη μπορεί να φτάσει και τα 240 εκατοστά και βάρος 3 κιλά, αλλά το συνηθέστερο μέγεθος είναι κάπου 200 με 220 εκατοστά γι' αυτό το φίδι. Τα συνηθέστερα χρώματα στον ενήλικο σαπίτη μπορεί να ποικίλουν από γκρι-καφέ, κοκκινωπό καφέ, καφέ-λαδί, πρασινωπό ή καφέ-μαύρο. Αυτοί οι χρωματισμοί μπορεί να είναι μονόχρωμοι ή να υπάρχουν και κηλίδες με σκουρότερη απόχρωση από το υπόλοιπο σώμα. Στα νεαρά άτομα ο σαπίτης έχει πιο ανοιχτόχρωμο σώμα με σκουρότερες κηλίδες στη ράχη και στα πλάγια αλλά μπορεί να υπάρξουν και μονόχρωμα νεαρά άτομα. Στην Ελλάδα συναντάται το είδος σαπίτη των Ανατολικών περιοχών, το οποίο έχει διαφορετικά σχέδια στις φολίδες από τον σαπίτη της Δ. Ευρώπης. Επίσης, υπάρχουν διαφορές του κρανίου ανάμεσα στα δυο είδη και διαφορά στο γενετικό υλικό ανάμεσα στα δυο είδη της τάξης του 8,4%. Επίσης διαφέρει στον αριθμό των σειρών των ραχιαίων φολίδων στο μέσο του σώματος, οι οποίες είναι συνήθως 17 ενώ στον σαπίτη της Δυτικής Ευρώπης (Malpolon monspessulanus) είναι 19.
Τα θηλυκά άτομα είναι ελαφρώς μεγαλύτερα από τα αρσενικά.
Εξάπλωση στην Ελλάδα
σαπίτης συναντάται στη Ν. Ελλάδα (και στην Εύβοια), στη Μακεδονία, Θράκη και στα νησιά Θάσο, Σαμοθράκη, Σκόπελο, Σκιάθο, Πόρο, Ύδρα, Κω, Καστελόριζο, Χίο, Σάμο, Ρόδο και στα Επτάνησα.
Φυσικό περιβάλλον
Ο σαπίτης συναντάται σε ξηρό περιβάλλον. Προτιμά ανοιχτές, βραχώδεις εκτάσεις με διάσπαρτους θάμνους τους οποίους χρησιμοποιεί για να κρύβεται. Ακόμα, σε αμμώδης περιοχές κοντά στη θάλασσα με άφθονους θάμνους. Κάποια άτομα του είδους βρέθηκαν επίσης σε ανοιχτές περιοχές κοντά σε δάση αλλά και σε αμμώδεις περιοχές κοντά στη θάλασσα με απουσία οποιασδήποτε βλάστησης. Το υποείδος σαπίτη που συναντάται στην Ελλάδα, ο Malpolon insignitus fuscus δεν προτιμά τοποθεσίες πάνω από τα 1000 μέτρα και συνήθως βρίσκεται κάτω από το υψόμετρο των 500 μέτρων.
Διατροφή
Ο σαπίτης κυνηγά κυρίως βασιζόμενος στην καλή του όραση. Συχνά με υπερυψωμένο το πρώτο τέταρτο του σώματός του, παρατηρεί από απόσταση το υποψήφιο θύμα του και μπορεί να το κυνηγήσει ακολουθώντας το για κάποια μέτρα μέχρι την κρυψώνα του. Τρέφεται κυρίως με σαύρες, αλλά φίδια και κατά ένα ποσοστό με μικρά θηλαστικά και περιστασιακά ακόμα και με νεογνά πουλιών. Τα νεαρά άτομα του είδους, οι μικροί σαπίτες τρέφονται με έντομα.
Συμπεριφορά
Ο σαπίτης δραστηριοποιείται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Στις πολύ υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού μπορεί να περιέλθει σε θερινή νάρκη και να δραστηριοποιείται κατά το σούρουπο. Σε κάθε πλευρά του ρύγχους έχει από έναν αδένα από τον οποίο εκκρίνεται μια ουσία και καθώς το φίδι εκδύει το παλιό του δέρμα αυτή η ουσία απλώνεται σε όλο το σώμα του φιδιού αποτρέποντας ακόμη παραπέρα την απώλεια νερού από το σώμα. Όταν ο σαπίτης νοιώσει ότι απειλείται συρίζει δυνατά για πολύ ώρα. Επιπρόσθετα μπορεί να φουσκώσει τις πτυχώσεις του δέρματος στο μπροστινό σημείο του σώματος και στην περιοχή του λαιμού του για να δείξει μεγαλύτερο. Εάν ενοχληθεί κι άλλο θα προσπαθήσει να δαγκώσει.
Κατά την αναπαραγωγική περίοδο, τα αρσενικά μαλώνουν για τη διεκδίκηση του θηλυκού. Οι θηλυκοί σαπίτες γεννούν από 4 μέχρι 15 μακρόστενα αυγά τα οποία εναποθέτουν κάτω από πέτρες ή σε σχισμές ξύλου. Τα αρσενικά ζουν συνήθως 25 χρόνια και τα θηλυκά 15.
Δάγκωμα και Δηλητήριο
Το δάγκωμα του σαπίτη σκοτώνει το θήραμα μέσα σε λίγα λεπτά. Αλλά τα οπισθόγλυφα φίδια που συναντώνται στη χώρα μας (δυο γένη συνολικά):
κατηγορία δηλητηριωδών φιδιών το χαρακτηριστικό των οποίων είναι ο τύπος των ιοβόλων δοντιών.
Οπισθόγλυφα φίδια
Στα οπισθόγλυφα φίδια τα δόντια που εγχέουν το δηλητήριο είναι μικρότερα, δεν είναι κινητά και βρίσκονται τοποθετημένα στο πίσω μέρος της οδοντοστοιχίας. Σε γενικές γραμμές πάντως τα οπισθόγλυφα δεν θεωρούνται θανατηφόρα για τον άνθρωπο. Αφ' ενός το δηλητήριο είναι ήπιας τοξικότητας και αφ' ετέρου, στα περισσότερα είδη τα δόντια βρίσκονται αρκετά πίσω τοποθετημένα και δεν μπορούν εύκολα να δαγκώσουν παρά μόνο κάποιο δάχτυλο
δεν θεωρούνται επικίνδυνα για τον άνθρωπο μιας και τα δόντια που εκχέουν το δηλητήριο βρίσκονται στο πίσω μέρος της επάνω σιαγόνας και το φίδι θα πρέπει να μασουλάει για αρκετή ώρα το δαγκωμένο άκρο για να μπορέσει να εγχύσει ποσότητα δηλητηρίου ικανή να προκαλέσει σοβαρή ζημιά.
Ωστόσο, με τα μικρά παιδιά -λόγω μικρότερων αναλογιών στο σώμα τους- χρειάζεται να είμαστε πιο προσεκτικοί. Εάν κάποιο μέλος (π.χ. δάχτυλο) μπήκε τόσο βαθειά στο στόμα του φιδιού και έγινε έγχυση δηλητηρίου, το σημείο εκείνο πρήζεται και τα συμπτώματα που μπορεί να προκληθούν στο άτομο είναι: πόνος, μούδιασμα, δυσκαμψία σε όλο το άκρο στο οποίο έγινε το δάγκωμα, ναυτία, αδυναμία και ληθαργικότητα ενώ σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις μπορεί να έχουμε και πυρετό. Όλα αυτά τα συμπτώματα υποχωρούν μέσα σε λίγες ώρες (το ανώτερο είναι 6 ώρες, από καταγραφή δαγκώματος σαπίτη σε άνθρωπο). Κάθε σαπίτης και κάθε δάγκωμα ωστόσο δεν μπορούν να έχουν τα ίδια αποτελέσματα και τις περισσότερες φορές αυτά τα συμπτώματα είναι ελαφρά, διότι η τοξικότητα του δηλητηρίου και η κρισιμότητα της κατάστασης προσδιορίζουν και μια σειρά από άλλους παράγοντες όπως:
- ποσότητα δηλητηρίου στον οργανισμό σε κάθε δάγκωμα η ποσότητα δηλητηρίου που εγχέεται δεν είναι πάντα η ίδια και αυτό ποικίλει ανάλογα με τη διάθεση του φιδιού, με το πότε είχε ξανα-δαγκώσει και πόσο δηλητήριο είχε εγχυθεί, καθώς και με το μέγεθος του φιδιού
-
σημείο δαγκώματος: το σημείο δαγκώματος παίζει και αυτό ρόλο, καθότι όσο πιο κοντά στην καρδιά
είναι τόσο πιο άμεσα επιδρά - αντίδραση του ατόμου που
δαγκώθηκε : εάν παραμείνουμε ψύχραιμοι και δεν κινούμαστε μειώνεται η ταχυκαρδία και το δηλητήριο απορροφάται πιο αργά από τον οργανισμό
Τοξικότητα:
το δηλητήριο του σαπίτη δεν είναι θανατηφόρο για τους ανθρώπους.
Πηγή: Herpetofauna